Σέλο

Σέλο
Ορεινός οικισμός (υψόμ. 1.000 μ.), στην επαρχία Ευρυτανίας, του ομώνυμου νομού. Υπάγεται διοικητικά στην κοινότητα Μαράθου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • νικόλαος — I Όνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας. 1. Σοφιστής. Ήταν μαθητής του Πλούταρχου και του Πρόκλου. Έγραψε τα έργα Λόγοι επιδεικτικοί, Τέχνη ρητορική και Προγυμνάσματα. Αποσπάσματα έργων του που διασώθηκαν δημοσιεύτηκαν από τους ελληνιστές Φινκ …   Dictionary of Greek

  • Όλυμπος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Αυλητής, ραψωδός και ποιητής, που έζησε πριν από τον Τρωικό πόλεμο. Του αποδίδεται η εφεύρεση της αυλητικής ή η διάδοση της στην Ελλάδα. 2. Ό. ο Νεότερος. Αυλητής από τη Μυσία, που έζησε κατά πάσα πιθανότητα τον… …   Dictionary of Greek

  • Κιούχελμπεκερ, Βίλχελμ Κάρλοβιτς — (Wilhelm Karlovich Kuechelbecker, Αγία Πετρούπολη 1791 – Τομπλόσκ 1846). Ρώσος λογοτέχνης, γερμανικής καταγωγής. Ήταν γόνος οικογένειας ευγενών. Το 1817 αποφοίτησε από το λύκειο στο Τσάρσκοε Σελό, όπου γνωρίστηκε και συνδέθηκε φιλικά με τους… …   Dictionary of Greek

  • Λαγκουβάρδος — I Παράλιος οικισμός (υψόμ. 10 μ., 66 κάτ.) στην πρώην επαρχία Τριφυλίας του νομού Μεσσηνίας. Βρίσκεται στη δυτική ακτή του νομού, περίπου 7 χλμ. ΝΔ των Γαργαλιάνων. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Φιλιατρών. II Μικρός ποταμός της Μεσσηνίας, που… …   Dictionary of Greek

  • Λέρμοντοφ, Μιχαήλ Γιούργιεβιτς — (Mikhail Yuryevich Lermontov, Μόσχα 1814 – Πιατιγκόρσκ, Καύκασος 1841). Ρώσος ποιητής, πεζογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Ο πατέρας του ήταν απόστρατος λοχαγός. H μητέρα του, μια πλούσια κληρονόμος, πέθανε όταν ο Λ. ήταν τριών χρόνων, με… …   Dictionary of Greek

  • Ντανιλέφσκι, Νικολάι Γιακόβλεβιτς — (Nikolai Jakovlevich Danilevsky,Κυβερνείο του Ορλόφ 1822 – Τυφλίδα 1885). Ρώσος διανοούμενος. Σπούδασε στο λύκειο του Τσάρσκογε Σέλο και ύστερα στη σχολή επιστημών του Πανεπιστημίου της Αγίας Πετρούπολης. Για τη συμμετοχή του στις συζητήσεις του… …   Dictionary of Greek

  • Ορλόφ — Επώνυμο ονομαστής ρωσικής οικογένειας, πολλά μέλη της οποίας διαδραμάτισαν σπουδαίο ρόλο, στον δημόσιο βίο της χώρας τους τον 18o αι. 1. Αλέξιος Γρηγόροβιτς. Ναύαρχος (1737 – 1808). Ήταν ένας από τους πρωτεργάτες της συνωμοσίας, που οδήγησε στην… …   Dictionary of Greek

  • Πούσκιν, Αλεξάντρ Σεργκέεβιτς — (Μόσχα 1799 – Πετρούπολη 1837). Pώσος συγγραφέας. Απόγονος, από την πλευρά του πατέρα του, παλαιάς αριστοκρατικής οικογένειας και, από την πλευρά της μητέρας του, του περίφημου αράπη του Μεγάλου Πέτρου (του Αβησσυνού Αννίβα, τον οποίο προστάτευσε …   Dictionary of Greek

  • Σαλτικώφ, Μιχαήλ Εφγκράφοβιτς — Ρώσος συγγραφέας (Σπας – Ουγκόλ, Τβερ 1826 Πετρούπολη 1889), συνηθέστερα γνωστός με το όνομα Σαλτυκώφ Στσεντρίν. Αφού σπούδασε στη Μόσχα και στο Τσάρσκογιε Σέλο, υπηρέτησε ως δημόσιος υπάλληλος από το 1844 ως το 1862. Το 1848 έκδωσε ένα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”